Τις τελευταίες ημέρες το τηλέφωνο του σπιτιού κτυπάει ασταμάτητα. Δεν έχω πάει στο νηπιαγωγείο, αλλά σε περίπτωση που πήγαινα θα με είχαν πάρει η δασκάλα και οι συμμαθητές μου. Το ερώτημα κοινό απ’ όλους: «Τι να κάνω τα λεφτά μου»; Κατ΄ αρχάς θα πρέπει να σημειώσω ότι με έχει εντυπωσιάσει το γεγονός ότι αρκετοί άνθρωποι έχουν ακόμη χρήματα. Επίσης, δεν μπορώ να καταλάβω γιατί όλοι αυτοί οι άνθρωποι νομίζουν ότι γνωρίζω κάτι περισσότερο απ’ αυτούς...
Είναι πραγματικά εντυπωσιακό το γεγονός ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα αντέχει ακόμη. Σοβαρά πρακτορεία ειδήσεων του εξωτερικού αναπαράγουν καθημερινά φήμες και αστείες ειδήσεις. Αν δεν πρόκειται για φεστιβάλ βλακείας, τότε είναι βέβαιο ότι κάποιοι έχουν βάλει στο στόχαστρο το τραπεζικό σύστημα.
Πως μπορείς να διαβεβαιώσεις κάποιον άνθρωπο ότι δεν θα συμβεί το ατύχημα, όταν η καρδιά του συστήματος, το τραπεζικό σύστημα, δέχεται τόσα πολλά κτυπήματα; Τα 18 δισεκατομμύρια ευρώ, για παράδειγμα, δεν έχουν ακόμη φτάσει στις τράπεζες, επειδή κάποιοι έτσι νόμισαν ότι έπρεπε να γίνει. Τι να συζητάμε από εκεί και πέρα;
Η συνεχής επαγρύπνηση από την Τράπεζα της Ελλάδος και η θέληση της ΕΚΤ να μην φτάσουμε στο ατύχημα ήταν οι παράγοντες που έχουν αποτρέψει μέχρι τώρα το μοιραίο. Ακόμη και το πιο ισχυρό τραπεζικό σύστημα θα καταρρεύσει αν γίνει στόχος απρόκλητων επιθέσεων. Κι εδώ δεν μιλάμε για τα λεφτά των τραπεζιτών, αλλά για τα λεφτά των καταθετών.
Χρειάζεται, λοιπόν, μεγαλύτερη προσοχή απ’ όλους μας όταν αναφερόμαστε στις καταθέσεις. Δεν ξέρω αν θα είμαστε αύριο στο ευρώ ή όχι. Για να είμαι ειλικρινής, δεν μπορώ να φανταστώ την Ελλάδα έξω από το ευρώ και θέλω να πιστεύω ότι οι πιθανότητες για το αντίθετο είναι αρκετά μικρές.
Μπορώ, όμως, να σας πω το μόνο πράγμα που πραγματικά γνωρίζω: Αν βγούμε από το ευρώ δεν ξέρω αν θα υπάρχει τράπεζα στην Ευρώπη που να μπορεί να εγγυηθεί τα χρήματά σας. Όχι γιατί σήμερα δεν υπάρχουν πανίσχυρες ευρωπαϊκές τράπεζες. Αλλά διότι το κύμα του φόβου είναι πιο καταστρεπτικό και από την ίδια την κρίση.
Θανάσης Μαυρίδης