«Εάν καταρρεύσει το ευρώ, θα καταρρεύσει και η γερμανική οικονομία», υποστηρίζουν πολλοί οικονομολόγοι και μαζί τους ...
συμφωνούν οι πολλοί Γερμανοί πολιτικοί. Όμως, στο μεταξύ ο αντίλογος κερδίζει έδαφος. Το τεράστιο κόστος της κρίσης σε συνάρτηση με τις υποχρεώσεις που αναλαμβάνει η Γερμανία έναντι των εταίρων της, έχουν πείσει πλέον μια μεγάλη μερίδα οικονομολόγων ότι η έξοδος του Βερολίνου από την ευρωζώνη δεν θα πρέπει πλέον να θεωρείται ταμπού. Ένας από αυτούς είναι ο καθηγητής Μάνφρεντ Νόιμαν, που τολμά να διατυπώσει δημόσια την «αιρετική» του πρόταση: «Θα πρέπει να σκεφτούμε σε αυτή την κατεύθυνση, δηλαδή ότι δεν χωράμε στην ευρωζώνη». Την καθοριστική διαφορά ως προς τις άλλες χώρες της ευρωζώνης εντοπίζει ο Γερμανός οικονομολόγος, στην ισχυρή γερμανική βιομηχανία. Το μερίδιο της βιομηχανίας στο σύνολο της γερμανικής οικονομίας έχει διατηρηθεί εδώ και χρόνια στο 20%, τη στιγμή που στη Γαλλία δεν υπερβαίνει το 12%. Και ενώ η γερμανική παραγωγικότητα αυξάνεται διαρκώς, μειώνεται με γοργούς ρυθμούς η ανταγωνιστικότητα της ιταλικής βιομηχανίας εξαιτίας κυρίως της αύξησης του κόστους εργασίας. Και όπως υπογραμμίζει ο Μάνφρεντ Νόιμαν που δίδαξε νομισματική πολιτική στο πανεπιστήμιο της Βόννης: «Εάν συνεχίσουμε έτσι, το δικό μας νόμισμα θα χρειάζεται ανατίμηση και τα άλλα νομίσματα θα είναι εκτεθειμένα στις πιέσεις της υποτίμησης». Τις απόψεις του Γερμανού οικονομολόγου συμμερίζονται και πολλοί αμερικανοί συνάδελφοί του, όπως ο Κλάιντ Πρέστοβιτς, ο οποίος υποστηρίζει ότι το πρόβλημα της ευρωζώνης δεν είναι το χρέος και οι οικονομικές αδυναμίες των χωρών της ευρωπαϊκής περιφέρειας, αλλά η αυξανόμενη ανταγωνιστικότητα της γερμανικής οικονομίας. Το γεγονός ότι η πολιτική διάσωσης των υπερχρεωμένων χωρών έχει αποτύχει οφείλεται στην πλάνη ότι οι υπόλοιπες χώρες της ευρωζώνης θα μπορούσαν μέσω των προγραμμάτων λιτότητας να γίνουν «πιο γερμανικές», εκτιμά ο Αμερικανός καθηγητής.